Εδώ και αρκετό καιρό, το ερώτημα «Τι να κάνουμε» δεν αφορά την κομμουνιστική αριστερά, όπως οι ιστορικές καταβολές του από το σχετικό βιβλίο του Λένιν, αλλά τα κόμματα που απαρτίζουν τον λεγόμενο προοδευτικό χώρο.
Όλοι και όλες, κάθε πλευρά με το δικό της τρόπο, έχουν προεξοφλήσει ότι μετά τις ευρωεκλογές θα εκκινήσουν οι διεργασίες για να διερευνηθούν τα περιθώρια έναρξης διαλόγου -τουλάχιστον σε ότι αφορά στον ΣΥΡΙΖΑ, στο ΠΑ.ΣΟ.Κ. και στη Νέα Αριστερά. Βεβαίως, δεν είναι στο ίδιο μήκος κύματος οι ηγεσίες και των τριών κομμάτων – ωστόσο περισσεύουν τα πρόθυμα στελέχη που θεωρούν ότι η συνεννόηση -και γιατί όχι; – και η συμπόρευση των προοδευτικών δυνάμεων είναι όρος εκ των ων ουκ άνευ για να τερματιστεί η πολιτική κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη και της συντηρητικής παράταξης.
Αστάθμητες μεταβλητές
Ασφαλώς, σε αυτή τη συγκυρία, τα «πώς» και τα «γιατί» ενός διαλόγου για τον προοδευτικό χώρο είναι πάρα πολλά και δεν θα απαντηθούν όλα από τους πολίτες στις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου. Το να δούμε δηλαδή ποιο θα είναι το νέο πολιτικό σκηνικό που θα διαμορφωθεί από τις ευρωκάλπες είναι μεν ένα βήμα σημαντικό, αλλά από μόνο του δε φτάνει. Και εκεί ακριβώς έγκειται η δυσκολία του εγχειρήματος αλλά και της σχετική συζήτησης: ότι, δηλαδή, μιλάμε για μία πολυπαραγοντική εξίσωση με πολλούς αγνώστους «χ», πολλές προϋποθέσεις και μεγάλο βαθμό δυσκολίας.
Απαραίτητα τα πρόσωπα...
Για παράδειγμα, πολλοί επικεντρώνουν την ανάλυσή τους στα πρόσωπα: Πράγματι, το «Επινέ» δεν θα ήταν τίποτα χωρίς τον Μιτεράν και τα διάφορα κεντρογενή που συγκρότησαν την Ένωση Κέντρου για να τερματίσουν το σκηνικό δεσπόζοντος κόμματος της ΕΡΕ στο β’ μισό της δεκαετίας του ’50 (ένα σκηνικό που σήμερα επαναλαμβάνεται με δεσπόζουσα τη Νέα Δημοκρατία) δεν θα είχαν καταφέρει όσα κατάφεραν χωρίς την ηγετική προσωπικότητα του Γεωργίου Παπανδρέου. Σημειώστε, άλλωστε, ότι το κόμμα του «Γέρου της Δημοκρατίας» δεν ήταν καν το μεγαλύτερο στον κεντρώο χώρο…
Συν τοις άλλοις, η συζήτηση για τα πρόσωπα ενισχύεται από το γεγονός ότι υπάρχουν πρόσφατα παραδείγματα που δείχνουν ότι μπορεί να δουλέψει εντυπωσιακά αυτό το μοντέλο: ο λόγος, φυσικά, για το «μοντέλο Δούκα», το οποίο συνδυάζοντας κατάλληλα και ικανά πρόσωπα με την επιθυμία των προοδευτικών πολιτών για κάτι διαφορετικό, οδήγησαν στην μεγάλη πολιτική ανατροπή της Αθήνας, αλλά και στις επίσης σημαντικές ανατροπές επί το προοδευτικότερον στο δήμο Θεσσαλονίκης και την περιφέρεια Θεσσαλίας.
...αλλά χρειάζονται και πολιτικές
Άλλοι, στέκονται στην ανάγκη πολιτικών και προγραμματικών συγκλίσεων, ούτως ώστε η επιχείρηση ανασυγκρότησης του προοδευτικού χώρου να γίνει με όρους πολλαπλασιασμού και όχι πρόσθεσης. Η αλήθεια είναι ότι για να υπάρξει νέα πνοή στην χώρα μέσω της προοδευτικής παράταξης, αυτό θα γίνει αν φτάσουμε στα γινόμενα – δε φτάνουν τα αθροίσματα. Εκεί βεβαίως μιλάμε για μία αστάθμητη μεταβλητή υψηλής δυσκολίας: ελληνοτουρκικά, ιδιωτικά πανεπιστήμια, μεσανατολικό, επόμενη μέρα της Ευρώπης, φορολογική πολιτική, ατζέντα «νόμου και τάξης» είναι μερικά μόνο από τα ζητήματα που θα αποτελέσουν πολιτικά και ιδεολογικά αγκάθια στην προσπάθεια – αν εκδηλωθεί τέτοια προσπάθεια κι φτάσει ως εκεί… – να συμπορευτούν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και η Νέα Αριστερά.
Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, είναι προφανές ότι πόσο χαρισματικά κι αν είναι τα πρόσωπα που μπορεί να αναδυθούν από την συγκεκριμένη συζήτηση, χωρίς κοινό πολιτικό, προγραμματικό αλλά και ιδεολογικό παρονομαστή, ό,τι και να γεννηθεί θα είναι θνησιγενές και εύθραυστο.
Αναζητώντας το κίνητρο
Σε απλά ελληνικά, αυτό που πολλές φορές ακούγεται στο δημόσιο διάλογο, ότι δηλαδή τα προοδευτικά κόμματα θα κάτσουν σ’ ένα τραπέζι μετά τις Ευρωεκλογές και τα πράγματα θα πάρουν το δρόμο τους δεν είναι ούτε τόσο αυτόματο, ούτε τόσο αυτονόητο. Οι δυσκολίες, οι αποστάσεις και οι αστάθμητες μεταβλητές είναι πολύ περισσότερες προσώρας από όσα συσπειρώνουν, ενώνουν, γεφυρώνουν. Αυτό, βεβαίως δε σημαίνει ότι το παιχνίδι χάθηκε πριν καν ξεκινήσει. Αντίστοιχα εγχειρήματα έχουμε δει και στο παρελθόν. Και τότε ξεπεράστηκαν πολιτικές διαφορές, προσωπικά «εγώ», θεμιτός πολιτικός και κομματικός ανταγωνισμός. Αρκεί να βρισκόταν η μεγάλη γενεσιουργός δύναμη, που θα έβαζε τα πράγματα στο δρόμο τους. Και αυτή η γενεσιουργός δύναμη, στην περίπτωση μας, δεν μπορεί να είναι άλλη από το πόση δυσφορία, απογοήτευση αλλά και ανισότητες θα συνεχίσει να παράγει από τις Ευρωεκλογές και εξής η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Το «σύνδρομο του 41%», η αλαζονεία που κατατρύχει τους κυβερνώντες, αλλά και η απροκάλυπτα νεοφιλελεύθερη πολιτική τους που καταρρακώνει την δημόσια υγεία και παιδεία και παροξύνει τις ανισότητες μπορούν να εξελιχθούν σε ικανές προϋποθέσεις για να διαμορφωθούν οι όροι επίλυσης της εξίσωσης ανασυγκρότησης του προοδευτικού χώρου. Καλό, όμως, είναι να μην έχουμε ψευδαισθήσεις: οι πολυωνυμικές και πολυπαραγοντικές εξισώσεις βεβαίως και λύνονται, αλλά είναι σίγουρα πιο δύσκολες από τις υπόλοιπες.
(Ο Γιώργος Μελιγγώνης είναι δημοσιογράφος)